Η διατροφή στο Διαβήτη σε αφηγηματική μορφή (Μέρος 1)

Απόσπασμα από το βιβλίο του Κώστα Φαινέκου
«Η ζωή είναι πιο γλυκιά απ’ ότι νομίζεις» Εκδόσεις «ΣΚΑΡΑΒΑΙΟΣ»
[email protected]

Η Κατερίνα είχε ασχοληθεί με το θέμα της διατροφής της περιστασιακά και μόνο στην προσπάθειά της να διατηρεί μια αποδεκτή, αισθητικά, εμφάνιση. Τις όχι σπάνιες διατροφικές της υπερβολές, όταν ιδιαίτερα συνοδεύονταν από μικρή έστω αύξηση του βάρους, τις αντιμετώπιζε είτε με αντισταθμιστική μείωση της ποσότητας του φαγητού ή με πιο συχνές επισκέψεις στο γυμναστήριο ή στο μπαλέτο. Δεν είχε ποτέ ασχοληθεί με το μαγείρεμα και η διαιτητική της εκπαίδευση ήταν προϊόν των σχετικών άρθρων στα περιοδικά lifestyle.

Η συνειδητοποίηση ότι, μετά την εκδήλωση του διαβήτη, η διατροφή της αποτελούσε, μαζί με τη θεραπεία με ινσουλίνη και την άσκηση, βασικό στοιχείο της καθημερινής της φροντίδας τής προ καλούσε αγωνία και φόβο για τον τρόπο που θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τη νέα κατάσταση. Τα συναισθήματα αυτά εντάθηκαν τις τελευταίες ημέρες της νοσηλείας της όταν διαπίστωσε ότι είχε ανακτήσει το βάρος που είχε χάσει με την αρρώστια της και όταν, μια μέρα, είδε στον δίσκο του φαγητού της ένα χαρτάκι που έγραφε «δίαιτα διαβητικού». Ύστερα από αυτά, αισθάνθηκε κυριολεκτικά ανακούφιση όταν η προϊσταμένη του τμήματος της ανακοίνωσε ότι, μετά από προγραμματισμένο ραντεβού, η διαιτολόγος την περίμενε στο γραφείο της για να της δώσει τις σχετικές διατροφικές οδηγίες πριν πάρει εξιτήριο.

Ακολουθώντας τις πινακίδες βρήκε το Τμήμα Διατροφής του νοσοκομείου, χαμένο ανάμεσα σε αποθήκες τροφίμων και πλάστιγγες στο πρώτο υπόγειο. Συστήθηκε στη γραμματέα του τμήματος, η οποία την περίμενε και την οδήγησε στο γραφείο της διαιτολόγου. Η είσοδος της Κατερίνας στο γραφείο συνοδεύτηκε από μια έκπληξη. Η διαιτολόγος, που σηκώθηκε και της έδωσε το χέρι, ήταν μια μεσόκοπη κυρία με φωτεινό πρόσωπο, αλλά σαφέστατα υπέρβαρη. Η Κατερίνα ένιωσε μια ανεξήγητη ανακούφιση, και ένα χαμόγελο φώτισε το αγχωμένο πρόσωπό της. Κάθισε στην καρέκλα πού της έδειξε η κυρία Τζένη, όπως της συστήθηκε η διαιτολόγος, καθησυχασμένη από τη φιλική υποδοχή και από τη διαπίστωση ότι και η σύμβουλός της δεν ήταν και η πιο υπάκουη μαθήτρια των διατροφικών επιταγών.

Η κυρία Τζένη μπήκε αμέσως στο θέμα χωρίς ερωτήσεις, μια και κρατούσε στα χέρια της έναν φάκελο, προφανώς με όλες τις σχετικές πληροφορίες για την ιατρική κατάσταση της Κατερίνας.

«Κατερίνα μου, το φαγητό είναι μια από τις απολαύσεις της ζωής. Όπως βλέπεις, εγώ την άποψή μου αυτή την υποστηρίζω και έμπρακτα με την εμφάνισή μου. Σε ζηλεύω όμως που εσύ, σε αντίθεση με μένα, μπορείς να συνεχίζεις να το απολαμβάνεις χωρίς στερήσεις και ενοχές».

«Μα εγώ είμαι διαβητική» διαμαρτυρήθηκε η Κατερίνα.

«Και ποιος σου είπε ότι πρέπει να εγκαταλείψεις ή να στερηθείς τα αγαθά μιας υγιεινής διατροφής, που έτσι και αλλιώς όλοι μας πρέπει να ακολουθούμε;» Η Κατερίνα την κοίταξε με απορία αλλά, πριν προλάβει να ζητήσει διευκρινίσεις, η κυρία Τζένη συνέχισε.

«Το γεγονός ότι είσαι διαβητική δεν ακυρώνει τη δυνατότητά σου να ακολουθείς μια ισορροπημένη σε ποσότητα και ποιότητα γευμάτων διατροφή. Στη δική σου περίπτωση, και με την προϋπόθεση ότι διατηρείς το βάρος σου σε φυσιολογικά για την ηλικία και το ύψος σου επίπεδα, η διατροφή σου πρακτικά δεν έχει περιορισμούς. Απλά, σε αντίθεση με το παρελθόν, θα πρέπει να είσαι γνώστης της σύστασης των γευμάτων σου, των υλικών παρασκευής τους και του τρόπου μαγειρέματος. Με άλλα λόγια, εσύ θα ρυθμίζεις τη διατροφή σου ώστε κάθε μέρα να απολαμβάνεις ένα ισορροπημένο σε διατροφικά συστατικά και θερμιδική πρόσληψη γεύμα».

«Δηλαδή πρέπει να ακολουθώ καθημερινά μια δίαιτα σαν αυτή του διαβητικού που μου φέρνουν στον θάλαμο;» διέκοψε η Κατερίνα.

«Η δίαιτα του διαβητικού είναι ένας μύθος» απάντησε θυμωμένα η κυρία Τζένη. «Η διατροφή του διαβητικού δεν είναι τυποποιημένη και δεν διαφέρει σε τίποτα από μια σωστή σε ποσότητα και σύσταση πρόσληψη τροφίμων που προσδιορίζεται από τις
ιδιαίτερες διατροφικές επιθυμίες και τον τρόπο ζωής του καθενός».

«Δηλαδή μπορώ να τρώω ό,τι θέλω;» ρώτησε η Κατερίνα.

«Εξαρτάται αν μέχρι τώρα έτρωγες σωστά».
«Και πώς θα το κρίνουμε αυτό;»
«Εύκολα. Άφησέ με να σου προσδιορίσω τις γενικές αρχές μιας υγιεινής διατροφής και εσύ θα κρίνεις αν έτρωγες σωστά μέχρι τώρα, και αν όχι, τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν» είπε η κυρία Τζένη.

«Η διατροφή καθορίζεται από τρία βασικά στοιχεία: την ποσότητα των τροφίμων, τη σύστασή τους και την ώρα και συχνότητα λήψης των γευμάτων. Η ποσότητα και η σύσταση των τροφίμων που καταναλώνουμε προσδιορίζει την ενέργεια που προσλαμβάνει ο καθένας μας καθημερινά, και εκφράζεται σε θερμίδες. Ο αριθμός των θερμίδων πού έχει ανάγκη το σώμα μας εξαρτάται από το βάρος μας και τη σωματική μας δραστηριότητα. Αν είμαστε υπέρβαροι, που είναι το πιο συνηθισμένο, χρειάζεται να περιορίσουμε τις θερμίδες της τροφής μας ώστε να επιτύχουμε το ιδανικό βάρος».

«Το “ιδανικό βάρος” είναι κάπως αόριστη και υποκειμενική έννοια» επισήμανε η Κατερίνα.

«Ακριβώς! Γι’ αυτό έχουν καθιερωθεί αποδεκτά όρια διακύμανσης του βάρους μας, που προσδιορίζονται ακριβέστερα με τη χρήση του δείκτη μάζας σώματος, δηλαδή του πηλίκου του βάρους μας σε κιλά διαιρούμενου με το τετράγωνο του ύψους μας σε μέτρα. Σύμ φωνα με αυτά, ο δείκτης μάζας σώματος πρέπει να κυμαίνεται από 18,5 έως 25. Στην περίπτωσή σου είμαι βέβαιη ότι ο δείκτης μάζας σώματος είναι σε φυσιολογικά όρια, οπότε δεν χρειάζεται να περιορίσεις την ημερήσια πρόσληψη ενέργειας».

«Μπορώ, όμως, να την υπολογίσω;» ρώτησε η Κατερίνα.

«Φυσικά, από την ποσότητα και τη σύσταση της τροφής σου. Όπως γνωρίζεις από τη βιολογία σου, στα τρόφιμα περιέχονται, σε διαφορετικές αναλογίες, τρεις μεγάλες ομάδες θρεπτικών συστατικών που διασφαλίζουν, πέρα από την παροχή ενέργειας, και τη διαδικασία ανάπτυξης και ανασύστασης των ιστών στο πλαίσιο αυτού πού ονομάζεται γενικά μεταβολισμός.
Είναι οι πρωτεΐνες ή λευκώματα, που περιέχονται κυρίως στα κρέατα, στα ψάρια, στα πουλερικά και στο γάλα, οι υδατάνθρακες, που εκπροσωπούνται κυρίως από τα αμυλώδη όπως το ψωμί, τα δημητριακά, τις πατάτες, τα μακαρόνια και τέλος, τα λίπη και τα λάδια.
Η καθεμιά από τις ομάδες έχει διαφορετική ενεργειακή πυκνότητα. Η ενεργειακή απόδοση των πρωτεϊνών και υδατανθράκων είναι τέσσερις θερμίδες ανά γραμμάριο θρεπτικής ουσίας, ενώ των λιπών εννιά θερμίδες ανά γραμμάριο. Φυσικά, ο οργανισμός έχει ανάγκη βιταμινών και ιχνοστοιχείων, αλλά αυτά, αν και απαραίτητα για τις μεταβολικές διεργασίες, δεν παρέχουν ενέργεια».

«Και πώς γίνεται ο υπολογισμός των θερμίδων που παίρνουμε καθημερινά;» ρώτησε η Κατερίνα.

«Υπάρχουν πίνακες με τα διάφορα είδη τροφίμων, όπου σε μία μονάδα βάρους ή όγκου αναφέρεται το είδος του θρεπτικού συστατικού που περιέχεται, το βάρος του και η ποσότητα των θερμίδων που αποδίδει. Έτσι, αν πάρουμε ως παράδειγμα το πλήρες γάλα, στα 240 γραμμάρια ή, ακριβέστερα, κυβικά εκατοστά περιέχονται 12 γραμμάρια υδατανθράκων, 8 γραμμάρια πρωτεϊνών και περίπου 8 γραμμάρια λίπους. Άρα η συνολική θερμιδική αξία και των τριών διατροφικών ομάδων στη συγκεκριμένη ποσότητα, και σύμφωνα με αυτά που είπαμε προηγουμένως, είναι 12 επί 4 συν 8 επί 4 συν 8 επί 9, σύνολο 152 θερμίδες. Το γάλα περιέχει επίσης ασβέστιο και βιταμίνες B και D, γι’ αυτό και θεωρείται πλήρες τρόφιμο. Αντίθετα, τα 30 γραμμάρια ψωμί περιέχουν 15 γραμμάρια υδατάνθρακες, 3 γραμμάρια πρωτεΐνες και καθόλου σχεδόν λίπος, άρα με την ίδια μεθοδολογία υπολογισμού παρέχει στον οργανισμό περίπου 72 θερμίδες.
Πέρα, όμως, από την ημερήσια πρόσληψη σε θερμίδες, που υπολογίζονται από την ποσότητα ή το βάρος τού κάθε τροφίμου που καταναλώνεις, μεγάλη σημασία έχει και η αναλογία της κάθε θρεπτικής ομάδα που περιέχεται στα γεύματά σου και, γενικότερα, στο ημερήσιο διαιτολόγιό σου. Έτσι, η παλιά αντίληψη ότι, επειδή στον διαβήτη το σάκχαρο είναι αυξημένο δεν πρέπει να καταναλώνεις τρόφιμα που περιέχουν υδατάνθρακες, όπως ψωμί, πατάτες, φρούτα, προφανώς δεν ισχύει μια και η ομάδα αυτή των τροφίμων είναι απαραίτητη στη διατροφή μας ανεξάρτητα αν κάποιος είναι διαβητικός ή όχι. Το ποσοστό των υδατανθράκων στο ημερήσιο διαιτολόγιό μας δεν είναι σαφώς καθορισμένο, κυμαίνεται όμως γύρω στο 40 με 60 τοις εκατό. Ειδικά όμως στη δική σου περίπτωση, που θεραπεύεσαι με ινσουλίνη, η πρόσληψη γευμάτων με υδατάνθρακες, είναι απαραίτητη για να αποφύγεις την υπογλυκαιμία. Αφαιρώντας τις θερμίδες των υδατανθράκων (για παράδειγμα 50 τοις εκατό) το υπόλοιπο ποσοστό της ημερήσιας θερμιδικής πρόσληψης πρέπει να προέρχεται κατά 20 τοις εκατό από την κατανάλωση πρωτεϊνών και κατά 30 τοις εκατό από την κατανάλωση λιπών, αν και, όπως ανέφερα προηγουμένως, οι αναλογίες αυτές δεν είναι αυστηρά προσδιορισμένες. Εδώ πρέπει να τονίσω ότι η πρόσληψη θερμίδων από λίπη προτιμάται να γίνεται από τρόφιμα που περιέχουν πολυακόρεστα ή μονοακόρεστα λίπη, όπως είναι το ελαιόλαδο, τα καρύδια και τα αμύγδαλα, το καλαμποκέλαιο.
Ως προς τα κρέατα από μοσχάρι ή χοιρινό, καθαρό από λίπη, κοτόπουλο χωρίς την πέτσα, και ψάρια και τυριά με χαμηλά λιπαρά.
Τέλος, η τροφή σου πρέπει να εμπλουτίζεται με φυτικές ίνες και ιχνοστοιχεία που περιέχονται στα φρούτα, στα λαχανικά και στο πολύσπορο ψωμί.Αλλά αρκετά για σήμερα! Είμαι βέβαιη ότι σου έχουν δημιουργηθεί πολλά ερωτήματα. Σε παρακαλώ, κατάγραψέ τα και, στο αυριανό ραντεβού σου με τη συνεργάτιδά μου, την Ελένη, θα έχεις την ευκαιρία να τα συζητήσεις και να λύσεις τις απορίες σου. Μην ξεχνάς ότι η διατροφή σου αντανακλά αυτό που είσαι και βελτιώνοντάς τη βοηθάς στη διατήρηση της υγείας σου, ενισχύοντας την αυτοπειθαρχία και την αποφασιστικότητά σου».

Η Κατερίνα ευχαρίστησε την κυρία Τζένη και τη χαιρέτησε, ελπίζοντας πως οι νέες, ανεπεξέργαστες ακόμη γνώσεις που απέκτησε θα μετατραπούν σύντομα σε ξεκάθαρες και εφαρμόσιμες διατροφικές οδηγίες.

Η υπόλοιπη ημέρα αναλώθηκε στην προσπάθεια της Κατερίνας να αφομοιώσει αυτά που είχε ακούσει και να προσδιορίσει τις απορίες και τα κενά πληροφόρησης καταγράφοντάς τα σε ένα αρχείο, στο λάπτοπ. Όταν ήρθε το βραδινό φαγητό, προσπάθησε να υπολογίσει τη θερμιδική αξία των τροφίμων στο πιάτο της και ένιωσε κάποια ικανοποίηση διαπιστώνοντας ότι, για αρχή, δεν τα πήγε και τόσο άσχημα. Η εποχή της διατροφικής της αθωότητας είχε πια τελειώσει.