Ξανθάκου Α. Ελένη, Ειδικευομένη ιατρός
Τμήμα Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού
Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο ΕΕΣ».
Ο θυρεοειδής αδένας όπως υποδεικνύει και το όνομά του μοιάζει με θυρεό. Βρίσκεται μπροστά από την τραχεία. Αποτελείται από δύο λοβούς τον δεξιό και τον αριστερό οι οποίοι συνδέονται με το κεντρικό τμήμα του θυρεοειδούς τον ισθμό. Στην πίσω επιφάνεια του αδένα ανευρίσκονται οι παραθυρεοειδείς αδένες.
Ο θυρεοειδής αδένας παράγει τις θυρεοειδικές ορμόνες,τη θυροξίνη (Τ4) και τριιωδοθυρονίνη (Τ3). Ουσιαστικά δεν υπάρχει κύτταρο του οργανισμού το οποίο να μην επηρεάζεται από αυτές τις ορμόνες. Οι λειτουργίες του κεντρικού και του αυτόνομου νευρικού συστήματος, του καρδαγγειακού, του αναπνευστικού, του αιμοποιητικού, του γαστρεντερικού, του μυοσκελετικού συστήματος, ορισμένων ενδοκρινών αδένων,η θερμορύθμιση ,ο μεταβολισμός των λιπών, των πρωτεϊνών και των υδατανθράκων επηρεάζονται από τις θυρεοειδικές ορμόνες (θ.ο.). Γίνεται αντιληπτό, επομένως, ότι ο θυρεοειδής αδένας παράγοντας και εκκρίνοντας στην κατάλληλη κάθε φορά χρονική στιγμή και στη απαιτούμενη ποσότητα τις ορμόνες του, συμμετέχει ενεργά στην ομοιοστασία του οργανισμού.
Η παραγωγή και η έκκριση των θ.ο. στην κυκλοφορία ελέγχεται μέσω μίας ορμό-
νης ,της θυρεοειδοτρόπου (ΤSΗ) η οποία παράγεται από την υπόφυση. Η υπόφυση είναι αδένας ο οποίος βρίσκεται στην βάση και στο κέντρο του εγκεφάλου και αποτελεί τον ενορχηστρωτή της λειτουργίας σχεδόν όλων των ενδοκρινών αδένων. Υπάρχει συνεχής συνομιλία μεταξύ υποφύσεως και θυρεοειδούς αδένα . Η υπόφυση διεγείρει τον θυρεοειδή αδένα παράγοντας την TSH και ο θυρεοειδής αδένας απαντά στην υπόφυση παράγοντας τις θ.ο.
Υπερθυρεοειδισμός καλείται η κατάσταση κατά την οποία η συγκέντρωση στον ορό και η δραστικότητα των θ.ο. υπερβαίνουν το φυσιολογικό Λαμβάνοντας υπ’όψιν το γεγονός ότι οι θ.ο. δρουν παντού, η υπέρμετρη αύξησή τους θα διαταράξει τις λειτουργίες πολλών ιστών και η συμπτωματολογία του ασθενούς με υπερθυρεο-ειδισμό θα αφορά πολλά συστήματα.
Αν κάποιος ασθενής απαντήσει θετικά στις ακόλουθες ερωτήσεις είναι πολύ πιθανόν να πάσχει από υπερθυρεοειδισμό.
-Έχετε χάσει πρόσφατα βάρος;
-Έχει μεταβληθεί η ορεξή σας; (συνήθως αυξάνεται)
-Έχετε παρατηρήσει αύξηση στην συχνότητα των κενώσεών σας ή ακόμα και διάρροια;
-Έχετε παρατηρήσει πρόσφατα δυσανεξία στη ζέστη;
-Υποφέρετε από υπερβολική εφίδρωση;
-Mήπως η καρδιά σας χτυπά γρήγορα ή έχετε αίσθημα παλμών;
-Έχετε παρατηρήσει αλλαγή στη διάθεσή σας (π.χ.νευρικότητα,ευερεθιστότητα)
-(Για γυναίκες) Αποκτήσατε πρόσφατα διαταραχές έμμηνου ρύσεως;
Οι περισσότεροι υπερθυρεοειδικοί ασθενείς αισθάνονται θερμοί και κάθιδροι. Τα μαλλιά γίνονται λεπτά και εύθρυπτα και συχνά πέφτουν τόσο ώστε να προκληθεί ακόμα και αλωπεκία. Τα νύχια γίνονται μαλακά και εύθραυστα.
Άλλο χαρακτηριστικό του υπερθυρεοειδισμού είναι το λάμπον βλέμμα το οποίο οφείλεται σε σπασμό του άνω βλεφάρου. Στην πιο συχνή αιτία του υπερθυρεο-ειδισμού τη νόσο του Graves εναποτίθεται μη φυσιολογικός φλεγμαίνων συνδετικός ιστός στον οφθαλμικό κόγχο πίσω από τους βολβούς και στους εξωτερικούς οφθαλμικούς μύς με αποτέλεσμα την πιεστική παρεκτόπιση των βολβών προς τα εμπρός και αρχικώς την πρόπτωση ενώ αργότερα τον εξώφθαλμο (προβολή>18mm).
Όσον αφορά στο καρδαγγειακό σύστημα αυξάνεται το καρδιακό έργο (ρυθμός και όγκος παλμού) για να καλύψει την ανάγκη για υπερδυναμική κυκλοφορία λόγω του αυξημένου μεταβολισμού και της αυξημένης ενδογενούς παραγωγής θερμότητος. Ο ασθενής παρουσιάζει σχεδόν πάντοτε ταχυκαρδία (>90σφύξεις/λεπτό) ακόμα και στον ύπνο. Μπορεί να εμφανίσει αρρυθμίες συνήθως υπερκοιλιακές ενώ 10% των υπερθυρεοειδικών έχουν κολπική μαρμαρυγή. Ο υπερθυρεοειδισμός αποτελεί μία μορφή συνεχούς δοκιμασίας κοπώσεως για την καρδιά, η οποία αν έχει ήδη νόσο κεκαλυμμένη, αυτή θα εκδηλωθεί αμέσως με καρδιακή ανεπάρκεια.
Όσον αφορά στο νευρικό σύστημα παρατηρούνται αλλαγές του τύπου της νευρικότητας, της συναισθηματικής αστάθειας και της υπερκινησίας. Η αλλαγή αυτή δεν είναι τόσο εμφανής σε ασθενή που είναι χρονίως αγχώδης, αυτός όμως ο ασθενής εκδηλώνει κούραση και μείωση της προσοχής. Μπορεί, επίσης, να περπατά πάνω κάτω άσκοπα και νευρικά, να παρουσιάζει λεπτό τρόμο των βλεφάρων (κατά την ελαφρά σύγκλεισή τους),των άκρων χειρών και της γλώσσας. Ο υπερθυρεοειδικός ασθενής, ενώ θέλει να είναι ενεργητικός δεν μπορεί, διότι αισθάνεται και είναι όντως κουρασμένος. Η κούραση ίσως οφείλεται στην μυϊκή αδυναμία και την αυπνία και τα δύο παρεπόμενα του υπερθυρεοειδισμού.
Η μυϊκή αδυναμία οφείλεται στην απώλεια μυϊκής μάζας στα πλαίσια της γενικότερης απώλειας βάρους. Ο ασθενής μπορεί να δυσκολεύεται να ανέβει σκάλες και σε σοβαρές καταστάσεις μπορεί να μην δύναται να περπατήσει ή να σηκωθεί από την καθιστική ή την ύπτια θέση.
Όσον αφορά την παθολογία των οστών, αυτή μπορεί να εκφράζεται ως ινώδης οστεϊτις, οστεομαλακία ή οστεοπόρωση. Οι αυξημένες θ.ο. προκαλούν αυξημένη απορρόφηση του οστού μετακίνηση ασβεστίου από τα οστά προς το αίμα, υπερασβεστιαιμία και υπερασβεστιουρία.
Ο υπερθυρεοειδισμός επηρεάζει και τη λειτουργία άλλων ενδοκρινών αδένων π.χ. των γονάδων ιδιαίτερα στις γυναίκες. Μεταβάλλει τη συχνότητα της εμμήνου ρύσεως (π.χ. ολιγομηνόρροια,αραιομηνόρροια) ή ακόμα και την εξαφανίζει. Η γονιμότητα μειώνεται και αν συμβεί σύλληψη, η πιθανότητα αποβολής αυξάνει. Γιαυτό έχει μεγάλη σημασία η αντιμετώπιση του υπερθυρεοειδισμού κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης καθώς και ο έλεγχος του νεογνού για υπερθυρεοειδισμό (συνήθως παροδικού λόγω παραμονής θυρεοδιεγερτικών αυτοαντισωμάτων της μητέρας στο αίμα του νεογνού.
Όσον αφορά στον μεταβολισμό, ο υπερθυρεοειδισμός προκαλεί αυξημένο μεταβολισμό και ιδίως καταβολισμό των πρωτεϊνών και των λιπιδίων δυσανεξία στη γλυκόζη, ινσουλινοαντίσταση και υπερινσουλιναιμία, αύξηση των ελευθέρων λιπαρών οξέων, μείωση της χοληστερόλης.
Κατά σειρά συχνότητος συνήθη αίτια υπερθυρεοειδισμού είναι η νόσος Graves, η τοξική πολυοζώδης βρογχοκήλη, το τοξικό αδένωμα, η υποξεία θυρεοειδίτιδα στην οξεία της φάση (θυρεοειδίτιδα De Quervain) και η υπερδοσολογία θυροξίνης.
Υπερθυρεοειδισμός μπορεί να εκδηλωθεί σε άτομα με προϋπάρχουσα μη εμφανή βλάβη του θυρεοειδούς όταν έρθουν σε επαφή με ιώδιο π.χ.επαλείψεις πληγής με βάμμα ιωδίου, πλύσεις με διαλύματα ιωδίου, λήψη φαρμάκων που περιέχουν ιώδιο. Ένα τέτοιο φάρμακο το οποίο όμως δρά και τοξικά και προκαλεί ανοσολογική αντίδραση ενάντια στα θυρεοειδικά κύτταρα είναι το αντιαρρυθμικό αμιοδαρόνη.
Η αντιμετώπιση του υπερθυρεοειδισμού όταν αυτός οφείλεται σε υπερπαραγωγή θυρεοειδικών ορμονών συνιστάται στη χορήγηση αντιθυρεοειδικών φαρμάκων όπως μεθιμαζόλης, καρβαμιζόλης ή προπυλθειουρακίλης.Η προπυλθειουρακίλη προτιμάται στις υπερθυρεοειδικές εγκύους και στις θηλάζουσες μητέρες.
Η δόση των αντιθυρεοειδικών φαρμάκων επιλέγεται ανάλογα με τη βαρύτητα του υπερθυρεοειδισμού και μεταβάλλεται ανάλογα με την ανταπόκρισή του σε αυτή. Γιαυτό ο ασθενής πρέπει να παρακολουθείται κατά τακτά χρονικά διαστήματα.
Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο απαγορεύεται στις εγκύους ασθενείς και μπορεί να επιδεινώσει, σε νόσο Graves, τον ήδη υπάρχοντα εξώφθαλμο, ιδίως σε καπνιστές. Για το τοξικό αδένωμα προτιμάται απευθείας η αδενωματεκτομή, ενώ για την τοξική πολυοζώδη βρογχοκήλη η ολική θυρεοειδεκτομή.