Παχυσαρκία και αλλαγή συμπεριφορας

Πυρογιάννη Βίκυ, MSc
Κλινικός Διαιτολόγος- Διατροφολόγος
Επιστημονικός Συνεργάτης Τμήματος Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού
Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο» Ε.Ε.Σ.
«Τα τελευταία χρόνια είναι γνωστό ότι η παχυσαρκία τείνει να λάβει επιδημικές διαστάσεις καθώς η εμφάνισή της αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς.» Αυτή είναι η συνήθης εισαγωγή των περισσότερων άρθρων που συναντάμε σε περιοδικά και εφημερίδες σε εβδομαδιαία πλέον βάση. Αν είμαστε τυχεροί θα διαβάσουμε στη συνέχεια του άρθρου διάφορες επιστημονικές πληροφορίες από τις οποίες λαμβάνουμε μια σφαιρική άποψη για τις διαστάσεις και τις επιπτώσεις της συχνότερα εμφανιζόμενης πάθησης της εποχής μας, τουλάχιστον στις αναπτυγμένες χώρες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ωστόσο, το άρθρο θα συνεχίζει με τη φράση «αν και εσείς δεν θέλετε να ανήκετε σ’ αυτή την κατηγορία…» και θα περιλαμβάνει άλλη μια θαυματουργή δίαιτα με την οποία θα χάσουμε εύκολα και το σημαντικότερο γρήγορα τα περιττά μας κιλά σε μία, δύο ή τρεις εβδομάδες.
Παρόλο που όλοι γνωρίζουμε πλέον ότι η δίαιτα της μονοφαγίας ή της λαχανόσουπας δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα της παχυσαρκίας, πολλές φορές υποκύπτουμε στον πειρασμό να δοκιμάσουμε τη νέα αυτή πρόταση, μήπως μπορέσουμε να αποφύγουμε μια σωστή και οργανωμένη προσπάθεια, η οποία απαιτεί μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι ότι αυτού του είδους οι δίαιτες μπορούν να αποβούν επικίνδυνες για την υγεία μας, δεν αντιμετωπίζουν πραγματικά το πρόβλημα αλλά απλά καθυστερούν την απόφασή μας για την ουσιαστική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας και κυρίως ότι τελικά μας … παχαίνουν!
Η ουσιαστική αντιμετώπιση της παχυσαρκίας στηρίζεται σε δύο άξονες. Ο πρώτος είναι η απώλεια του περιττού βάρους και ο δεύτερος, και ίσως σημαντικότερος, η διατήρηση του σωματικού βάρους στα νέα επίπεδα. Συνεπώς, αυτό που πρέπει να μας απασχολεί δεν είναι αν θα χάσουμε 20 κιλά σε δύο, τέσσερις ή έξι μήνες, αλλά αν θα καταφέρουμε να μην ξαναπάρουμε αυτά τα 20 κιλά, και ίσως άλλα τόσα, σε έξι μήνες ή ένα χρόνο (κατάσταση που κατά κανόνα παρατηρείται μετά από δίαιτες «αστραπή»).
Σήμερα, πλέον, όλοι οι διεθνείς επιστημονικοί οργανισμοί και οι επιστήμονες διαιτολόγοι που ασχολούνται με το θέμα της παχυσαρκίας έχουν καταλήξει ότι για να αντιμετωπιστεί αυτή η σύγχρονη μάστιγα πρέπει να προβούμε σε ουσιαστικές αλλαγές στον καθημερινό τρόπο ζωής μας, εστιάζοντας κυρίως στο να μάθουμε να τρώμε σωστά και να ενσωματώσουμε καθημερινή φυσική δραστηριότητα στο πρόγραμμά μας. Με αυτό τον τρόπο θα κερδίσουμε το στοίχημα που έχουμε βάλει με τον εαυτό μας και θα του κάνουμε δώρο δύο μεγάλα αγαθά, υγεία και καλύτερη ποιότητα ζωής.
Αυτό το Μοντέλο Αλλαγής της Διατροφικής Συμπεριφοράς έχει αρχίσει να εφαρμόζετε με επιτυχία από επιστήμονες διαιτολόγους είτε σε επίπεδο ατομικής παρέμβασης είτε στα πλαίσια μιας ομάδας. Περιλαμβάνει μια σειρά διαδικασιών που έχουν ως βασικό σκοπό τη σωστή διατροφική εκπαίδευση, ώστε να μπορεί ο καθένας από εμάς να γίνει ο «διαιτολόγος» του εαυτού του.
Το πρώτο βήμα είναι να διερευνήσουμε τους λόγους για τους οποίους πραγματικά θέλουμε να χάρουμε βάρος, καθώς και το πόσο έτοιμοι είμαστε. Ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων ξεκινάει μια προσπάθεια απώλειας βάρους επειδή ο κοινωνικός περίγυρος τους το έχει επιβάλλει, στερούνται δηλαδή πραγματικών κινήτρων, γεγονός που αυξάνει την πιθανότητα κόπωσης και παραίτησης της προσπάθειας. Κάτι τέτοιο μπορεί να οδηγήσει σε απογοήτευση και να απομακρύνει το άτομο μελλοντικά από μια ουσιαστική και συνειδητοποιημένη προσπάθεια. Το πρώτο βήμα, λοιπόν, πρέπει να είναι ο καθορισμός των κινήτρων που μας οδηγούν στη μεγάλη απόφαση.
Το δεύτερο σημαντικό βήμα είναι η διερεύνηση των αιτιών που έχουν οδηγήσει τον κάθε ένα ξεχωριστά στην παχυσαρκία. Η καταγραφή των διατροφικών συνηθειών, της φυσικής δραστηριότητας και άλλων διατροφικών συμπεριφορών ή προβλημάτων βοηθούν στο να καταννοήσουμε οι ίδιοι τι κάνουμε λάθος και ποιες είναι αυτές οι συνήθειες που μας οδήγησαν στο πρόβλημα. Μόνο αν προσδιοριστούν πλήρως αυτές οι συμπεριφορές με τη βοήθεια του επιστήμονα διαιτολόγου και τη συνεργασία του ψυχολόγου και γίνουν απόλυτα κατανοητές από το ίδιο το άτομο που ξεκινάει την προσπάθειά του, θα μπορέσουν να αντιμετωπιστούν σωστά.
Παράλληλα, θα πρέπει ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος να θέσει τον προσωπικό του στόχο, όσον αφορά στην απώλεια βάρους. Το σημείο αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί αν θέσουμε έναν ανέφικτο στόχο ελλοχεύει ο κίνδυνος της γρήγορης απογοήτευσης. Στο βήμα αυτό μπορεί να μας βοηθήσει η σύσταση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας σύμφωνα με την οποία η απώλεια βάρους δεν πρέπει να ξεπερνά τα 4 κιλά/ μήνα. Πρέπει να θυμόμαστε πάντα ότι θέτοντας βραχυπρόθεσμους και ρεαλιστικούς στόχους σε κάθε στάδιο της προσπάθειας κερδίζουμε την ικανοποίηση της επίτευξης του στόχου μας. Καλό είναι επίσης να θέτουμε παράλληλα με τους στόχους και τον τρόπο επιβράβευσης (και αυτή τη φορά ας μην το συνδέσουμε με το φαγητό).
Όσο περίεργο και αν φαίνεται, αν οριοθετήσουμε τα κίνητρα και τους στόχους μας και έχουμε συνειδητοποιήσει την «πηγή του κακού» έχουμε ολοκληρώσει το πιο δύσκολο τμήμα της προσπάθειάς μας. Τα επόμενα βήματα σχεδιάζονται εξατομικευμένα από τον επιστήμονα διαιτολόγο και το ψυχολόγο, ώστε σταδιακά να αλλάξουν οι λαθεμένες διατροφικές συνήθειες, να αντιμετωπιστούν δυσμενείς συγκινησιακές αντιδράσεις και να υιοθετηθούν σωστές συμπεριφορές ως προς το φαγητό που θα θέσουν τις βάσεις για ένα μακροχρόνιο θετικό αποτέλεσμα.
Αυτό, λοιπόν, που πρέπει να συνειδητοποίησουμε είναι ότι η διαδικασία απώλειας βάρους δεν πρέπει να περιοριστεί στα στενά πλαίσια του προσωρινού αποτελέσματος. Θα πρέπει να είναι μια συνειδητοποιημένη προσωπική προσπάθεια, η οποία να στοχεύει στη υιοθέτηση σωστής διατροφικής συμπεριφοράς και καθημερινών συνηθειών που θα μας εξασφαλίσουν μια μακροπρόθεσμη διατήρηση της απώλειας του βάρους μας και θα μας χαρίσουν μια ανώτερη ποιότητα ζωής. Εμείς οι ίδιοι έχουμε κρυμμένο το κλειδί της επιτυχίας και με τη συμβολή των ειδικών μπορούμε να κερδίσουμε το μεγάλο στοίχημα.