Άσκηση και αναβολικά

Παναγιώτη Σπυρόπουλου
Ειδικευομένου Ενδοκρινολόγου
Τμήμα Ενδοκρινολογίας και Μεταβολισμού,Νοσοκομείο «Κοργιαλένειο-Μπενάκειο ΕΕΣ»
Το θέμα των αναβολικών έγινε της μόδας στο ευρύ κοινό μετά τις αποκαλύψεις που προέκυψαν στην προηγούμενη Ολυμπιάδα. Ανεξαρτήτως του συγκεκριμένου γεγονότος που προβλήθηκε, η συγκυρία αυτή ήταν μια δημόσια παραδοχή ότι τα αναβολικά είναι σε μεγάλο βαθμό διαδεδομένα μεταξύ των αθλούμενων και όχι μόνο των επαγγελματιών. Στο άρθρο αυτό αναφέρονται κάποια βασικά στοιχεία για τις αναβολικές ουσίες, τη χρήση τους και την κατάχρησή τους από τους ασκούμενους.
Αρχικά θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο όρος «αναβολικά» χρησιμοποιείται συλλήβδην για όλες τις ουσίες οι οποίες αποσκοπούν στη βελτίωση των αθλητικών επιδόσεων, ανεξαρτήτως αν αυτές έχουν ιατρικώς αναβολική δράση στον οργανισμό. Αυτός ο όρος έχει επικρατήσει στο κοινό αντί του σωστότερου: «απαγορευμένες ουσίες που αυξάνουν τις σωματικές επιδόσεις».
Οι πιο συνηθισμένες από αυτές τις ουσίες είναι τα ανδρογόνα, η αυξητική ορμόνη, η ινσουλίνη, η κρεατίνη, διάφορα συμπαθητικομιμητικά όπως L-καρνιτίνη, εφεδρίνη, καφφεΐνη, αμφεταμίνες, η ερυθροποιητίνη. Από αυτά, τα τέσσερα πρώτα χρησιμοποιούνται κυρίως για τις δράσεις τους πάνω στην αύξηση της μυϊκής μάζας, ενώ τα υπόλοιπα για τις ιδιότητές τους να βελτιώνουν την ισχύ (δηλαδή το έργο που μπορεί να προσφέρουν ανά μονάδα χρόνου οι ήδη υπάρχοντες μύες). Υπάρχουν όμως και άλλες ουσίες που λαμβάνουν οι αθλητές, οι οποίες αποσκοπούν στην αποφυγή των παρενεργειών των παραπάνω ουσιών, όπως και στην αποφυγή της ανίχνευσής τους στα βιολογικά υγρά (doping control).
Όλες οι παραπάνω ουσίες χρησιμοποιούνται για ιατρικούς σκοπούς σε διάφορες παθήσεις και σαν όλα τα φάρμακα έχουν ενδείξεις, αντενδείξεις και παρενέργειες. Η ιδιαίτερή τους χρήση για αύξηση των επιδόσεων, είναι όπως προαναφέρθηκε εξαιρετικά διαδεδομένη μεταξύ των πρωταθλητών, όπου και η χρήση τους παρακολουθείται από ιατρικά επιτελεία (συνήθως). Παρ’ό,τι αυτό είναι απαγορευμένο, η ύπαρξη ειδικών ιατρών που παρακολουθούν τη χορήγηση των φαρμάκων αυτών, είναι μια ασφαλιστική δικλείδα για την υγεία των αθλητών. Ούτως ή άλλως, το επάγγελμά τους, σε συνδυασμό με την κοινωνία του θεάματος και του χρήματος, απαιτεί από αυτούς τη χρήση ουσιών, αν θέλουν να έχουν ελπίδες πρωταθλητισμού (και «πρωταθλητικών» απολαβών). Το θέμα εξάλλου βρίσκεται υπό την παρακολούθηση διεθνών οργανισμών ελέγχου απαγορευμένων ουσιών (ΔΟΕ, WADA) οπότε, όπως καταλαβαίνετε, δε μας πέφτει και πολύς λόγος….
Τι γίνεται όμως με όσους χρησιμοποιούν τις συγκεκριμένες ουσίες για άλλους λόγους, «παρακολουθούμενοι» από ανθρώπους οι οποίοι συνήθως είναι αναρμόδιοι, όπως και ανεύθυνοι για τις πιθανές επιπτώσεις;
Χωρίς να θέλω να επεκταθώ, οι κύριες αναφερόμενες παρενέργειες των αναβολικών είναι καρδιομυοπάθεια, αρρυθμίες, αθηροσκλήρωση, υπερπηκτικότητα του αίματος, ηπατική δυσλειτουργία, χολόσταση, αδενώματα του ήπατος, διόγκωση του προστάτη, καθώς επίσης διαταραχές ψυχιατρικές (ψυχωσικά επεισόδια), συμπεριφοράς (επιθετικότητα, εχθρικότητα), συναισθήματος.(κατάθλιψη, υπομανία), ενώ έχουν αναφερθεί και εξάρτηση, όπως και στερητικά σύνδρομα. Κάποιοι επιπλέον κίνδυνοι προκύπτουν από την έλλειψη ελέγχου του τρόπου παραγωγής των ουσιών αυτών, αφού η διακίνησή τους είναι επί το πλείστον παράνομη (πχ ανθρώπεια αυξητική ορμόνη έχει βρεθεί θετική σε ιούς HIV). Λιγότερο επικίνδυνες για την υγεία είναι η ακμή, η ανδρογεννητική αλωπεκία, η γυναικομαστία, όπως και η (συνήθως) αναστρέψιμη υπογονιμότητα.
Ποιοι είναι οι λόγοι για τους οποίους κάποιος μη πρωταθλητής χρησιμοποιεί αναβολικά; Η χαμηλή αυτοεκτίμηση και η λανθασμένη εικόνα εαυτού είναι πολύ συχνές αιτίες. Ο όρος «ανάστροφη νευρογενής ανορεξία» έχει χρησιμοποιηθεί για το σύνδρομο αυτό της μη ικανοποίησης με την εικόνα του σώματος. Σε έρευνα που έγινε με ανώνυμα ερωτηματολόγια στη Σουηδία για τη χρήση αναβολικών μεταξύ μαθητών, βρέθηκε ότι οι νέοι που χρησιμοποιούν για μη πρωταθλητικούς λόγους αναβολικά, έπιναν περισσότερο αλκοόλ, κάπνιζαν περισσότερο και λάμβαναν σε μεγαλύτερο ποσοστό παράνομες ναρκωτικές ουσίες από αυτούς που δεν έκαναν χρήση αναβολικών. Το κοινωνικό προφίλ της πρώτης ομάδας ήταν επίσης ενδιαφέρον. Φάνηκε από την έρευνα ότι πολύ πιο εύκολα ακολουθούσαν τη χρήση των αναβολικών ουσιών έφηβοι και νέοι από οικογένειες μεταναστών, συνήθως χαμηλότερου κοινωνικού, οικονομικού ή μορφωτικού επιπέδου. Ήταν με λίγα λόγια άτομα πιο επιρρεπή στη λήψη ουσιών που παραλλάσσουν την πραγματικότητα (σωματική ή ψυχονοητική).
Η χρήση των αναβολικών, είναι μια πολύ παλιά ιστορία. Υπάρχουν καταγραφές για το ότι ακόμη και στους αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες, υπήρχαν απαγορευμένες ουσίες και τακτικές που ακολουθούσαν διάφοροι αθλητές για να υπερισχύσουν των αντιπάλων τους. Υπήρχαν από τότε και οδηγίες σε σχέση με το τι επιτρέπεται και τι θεωρείται αθέμιτος ανταγωνισμός. Αυτό που πιστεύω διαφέρει στην εποχή μας είναι η χρήση τους για μη επαγγελματικούς λόγους, φαινόμενο που εντάσσεται στη μεγάλη και δυσεπίλυτη ιστορία της μίμησης προτύπου. Οι σκληρές απαιτήσεις της εποχής για συγκεκριμένο σωματότυπο με ρατσιστικό αποκλεισμό των «παρεκκλινόντων» έχουν μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα και αυτή την επικίνδυνη για την υγεία κατάχρηση. Ο κάθε νέος και νέα, είναι έτοιμος να θυσιάσει κάποιες επιπτώσεις για την υγεία του, προκειμένου να είναι πιο επιθυμητός από το άλλο φύλο, να δηλώσει τη διαφορετικότητά του, ή άλλοτε να ενταχθεί στους κανόνες ενός συνόλου που θεωρεί ότι του δίνει υποστήριξη και αξία.
Ο ρόλος του γιατρού στο συγκεκριμένο θέμα δεν είναι ηθικολογικός, ή ελεγκτικός, αλλά ενημερωτικός και συμβουλευτικός. Οφείλει η ιατρική κοινότητα κατ’αρχήν να μάθει για το πρόβλημα. Κατόπιν, όχι μόνο να δώσει τη σωστή ενημέρωση ως πληροφορία, αλλά να δομήσει το λόγο της έτσι ώστε να αγγίξει πραγματικά την ουσία του προβλήματος. Ο ρόλος της πολιτείας, είναι να οργανώσει και να συντονίσει αυτή την ενημερωτική προσπάθεια. Ο ρόλος μας ως πολίτες, είναι να γίνουμε λίγο πιο συνειδητοί ως προς την αντιμετώπιση των προβαλλομένων προτύπων, και να επενδύσουμε λίγο χρόνο συζητώντας με τα παιδιά μας για αυτά. Γνωρίζουμε εξ’άλλου ότι για να αλλάξει ο κόσμος, πρέπει πρώτα να αλλάξουμε εμείς.