Μελέτη από τη μονάδα επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου του Cambridge (MRC epidemiology unit) έδειξε ο χρόνος έναρξης της ήβης, και ειδικότερα στα κορίτσια που είναι ευκολότερο να προσδιορισθεί με ακρίβεια μια και συμπίπτει με το χρόνο της έναρξης της περιόδου, μπορεί να σχετίζεται με το κίνδυνο εμφάνισης νοσημάτων στη μετέπειτα ζωή τους.
Η μελέτη περιέλαβε περίπου μισό εκατομμύριο άτομα και των δύο φύλων και τα στοιχεία αντλήθηκαν από δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά. Στα κορίτσια ως έναρξη της ήβης καταγράφηκε ο χρόνος της πρώτης περιόδου ενώ στα αγόρια ο προσδιορισμός ήταν δυσκολότερος και ερωτήθηκαν αν η ήβη εμφανίσθηκε νωρίτερα η αργότερα σε σχέση με τους συνομηλίκους τους.
Στα κορίτσια σαν πρώιμη ήβη προσδιορίστηκε η έναρξη της μεταξύ των ηλικιών 8 μέχρι 11 ενώ σαν αργή όταν εμφανιζόταν στις ηλικίες 15 έως 19 έτη. Σαν φυσιολογικός χρόνος έλευσης της ήβης προσδιορίσθηκε στα αγόρια η ηλικιακή περίοδος μεταξύ 9 και 14 έτη.
Η μελέτη έδειξε ότι η πρόωρη και η αργή ήβη σχετίζονται με ένα μεγάλο εύρος ασθενειών όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, ο καρκίνος του μαστού και του τραχήλου της μήτρας, το έμφραγμα του μυοκαρδίου, η στηθάγχη και η υπέρταση, το βρογχικό άσθμα, η κατάθλιψη, το γλαύκωμα η παχυσαρκία κ.α.
Οι ορμόνες έχουν ενοχοποιηθεί σε μερικές από αυτές τις περιπτώσεις , όπως στο καρκίνο, αλλά σε άλλα νοσήματα όπως το άσθμα η πιθανή αιτιολογία παραμένει αδιευκρίνιστη.
Η μελέτη τονίζει ότι η ηλικία έλευσης της ήβης αλλάζει προοδευτικά προς το ενωρίτερο. Για παράδειγμα στο Ηνωμένο Βασίλειο αρχίζει τώρα ένα μήνα νωρίτερα για κάθε δεκαετία πού περνάει ενώ στη Κίνα το αντίστοιχο διάστημα είναι 4 μήνες ανά δεκαετία.
Φυσικά δεν σημαίνει ότι κάποιος με πρώιμη η αργή ήβη θα εμφανίσει τα αναφερθέντα νοσήματα, απλά τροποποιείται ο κίνδυνος εμφάνισης τους και προστίθεται σε άλλους παράγοντες εξ’ίσου η περισσότερο σημαντικούς που μπορεί να προσδιορίσουν το συνολικό κίνδυνο εκδήλωσης αυτών των νοσημάτων.