Αντωνία Μανούσου
Ψυχολόγος – Ψυχολόγος υγείας, επιστημονικός συνεργάτης ενδοκρινολογικού τμήματος «Κοργιαλένειο Μπενάκειο» [email protected]
Με τον όρο «Διαταραχές της διάθεσης» ή αλλιώς «Συναισθηματικές Διαταραχές» δηλώνεται μια κλινική κατάσταση της οποίας το κύριο χαρακτηριστικό είναι οι διαταραχές στη διάθεση, οι οποίες συνοδεύονται από γνωστικές, ψυχοκινητικές, ψυχοφυσιολογικές και διαπροσωπικές δυσκολίες. Μέχρι σήμερα, η πιο διαδεδομένη διαταραχή της διάθεσης είναι η κατάθλιψη. Κακές στιγμές της ζωής μας όπως ένας θάνατος, το τέλος μιας σχέσης ή η αποτυχία σε μια εξέταση, είναι δυνατόν να προκαλέσουν κατάθλιψη. Η κατάθλιψη έχει πολλές μορφές και έχει αναγνωριστεί εδώ και πολλά χρόνια. Ο Ιπποκράτης την ονόμασε μελαγχολία. Η κατάθλιψη είναι συχνά ένας σημαντικός παράγοντας σε ποικίλες άλλες καταστάσεις όπως την κοινωνική φοβία, διατροφικές διαταραχές, κατάχρηση αλκοόλ, σχιζοφρένια κ.α. Προκαλείται από σημαντικά γεγονότα, συνήθως ανατρεπτικά μίας κατάστασης, και αυτά τα ίδια γεγονότα μπορούν να γίνουν και ο λόγος θεραπείας του ατόμου που πάσχει από κατάθλιψη.
Οι δυο κύριες κατηγορίες διαχωρισμού της κατάθλιψης είναι η «μονοπολική» ή «κλινική» και η «διπολική» ή «μανιοκατάθλιψη». Οι ψυχολόγοι, προκειμένου να εξηγήσουν και να εξετάσουν πιο εμπεριστατωμένα τις αιτίες της κατάθλιψης, προσέγγισαν τη διαταραχή όχι μόνο ψυχολογικά αλλά και βιολογικά. Βιολογικές έρευνες, όπου έγιναν πάνω σε διδύμους, έδειξαν ότι τουλάχιστον από την πλευρά του οικογενειακού προτύπου, η κατάθλιψη επηρεάζεται από γενετικές επιδράσεις. Παρόλα αυτά, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο γενετικός παράγοντας εμφανίζεται σημαντικά δυνατός στην διπολική κατάθλιψη παρά στη μονοπολική. Το γεγονός ότι οι βιολογικοί παράγοντες συμπεριλαμβάνονται στα αίτια της μονοπολικής κατάθλιψης, σχετίζεται με την έλλειψη κάποιων νευροδιαβιβαστών στο νευρικό σύστημα και συγκεκριμένα της σεροτονίνης. Έρευνα έδειξε ότι οι γενετικές επιρροές κατέχουν το 16% των συνολικών βαθμών κατάθλιψης και ότι οι εμπειρίες ζωής είναι στατιστικά οι πιο σημαντικές επιρροές στην παρουσία καταθλιπτικών συμπτωμάτων
Σύμφωνα με σημαντικές ψυχολογικές μελέτες, έχει παρατηρηθεί ότι η κατάθλιψη σχετίζεται άμεσα με την αρνητική σκέψη. Το γνωσιακό μοντέλο της κατάθλιψης εξελλίσεται μέσα από συστηματικές κλινικές παρατηρήσεις και από πειραματικά τεστ. Σύμφωνα με τη θεωρία του Beck, η συναισθηματική αντίδραση ενός ατόμου καθορίζεται από τον τρόπο με τον οποίο το άτομο αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα. Για παράδειγμα, ένας άνθρωπος ο οποίος είναι περιτριγυρισμένος από αρνητικά γεγονότα, είναι γεγονός ότι θα αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα με αρνητική διάθεση. Αυτό δεν μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει και να το κατηγορήσει. Μπορεί όμως να γίνει αποδεκτό ότι αυτή η αρνητική διάθεση αλλάζει. Ο Beck επικεντρώνεται σε τρεις αλληλένδετες πλευρές των καταθλιπτικών ατόμων και αυτές είναι η «γνωστική τριάδα», τα «γνωστικά σχήματα ή πεποιθήσεις» και τις «γνωστικές παραποιήσεις ή λανθασμένη πρόσληψη-επεξεργασία πληροφοριών».
Η γνωστική τριάδα αναφέρεται στους τρεις βασικούς τομείς όπου το καταθλιπτικό άτομο εκδηλώνει αρνητική στάση και αυτοί είναι α)ο εαυτός του, β)ο κόσμος και μέσα σ’αυτόν το περιβάλλον του και γ)το μέλλον του. Σε πρώτη φάση ο καταθλιπτικός αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ανεπαρκή, ανάξιο και ελλειμματικό και έχει την τάση να κατηγορεί τον εαυτό του ως υπαίτιο κάθε δυσάρεστης κατάστασης ή γεγονότος που του συμβαίνει. Δεν πιστεύει στις δυνάμεις του, δεν νιώθει ευτυχισμένος, βρίσκει μόνο μειονεκτήματα στον εαυτό του και θεώρει ότι στερείται χαρακτηριστικών σημαντικά για την επίτευξη στόχων. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της γνωστικής τριάδας, η οποία αφορά την αρνητική θεώρηση του κόσμου, ο καταθλιπτικός έχει την τάση να βλέπει έναν κόσμο που έχει απαιτήσεις απ’ αυτόν χωρίς να του διαθέτει τα μέσα για να ικανοποιήσει τα «θέλω» του και να πραγματοποιήσει τους στόχούς του. Θεωρεί τις σχέσεις του και τις αλληλεπιδράσεις του με το περιβάλλον του αποτυχημένες, αφού θεωρεί ότι δεν μπορεί να δώσει και εκμηδενίζει ό,τι οι άλλοι άνθρωποι του δίνουν. Τέλος, στο τρίτο μέρος, της γνωστικής τριάδας, σχετικά με τη θεώρηση του μέλλοντος, ο καταθλιπτικός έχει απαισιόδοξη στάση απέναντι στο μέλλον που τον περιμένει. Θεωρεί ακόμα ότι τα προβλήματα που τον κυριεύουν θα παραμείνουν και θα χειροτερέψουν στο μέλλον. Βλέπει μπροστά του μια ζωή ατελείωτων δυσκολιών, στερήσεων και ματαιώσεων. Έχει ως οδηγό του την αποτυχία και γι’αυτό δυσκολεύεται να πάρει αποφάσεις για το μέλλον του.
Τα γνωστικά σχήματα, η δεύτερη πλευρά της θεωρίας του Beck, αποτελούν ίσως την πιο βασική έννοια του γνωστικού μοντέλου του Beck. Ως σχήματα, θεωρούνται οι αναπαραστάσεις της μνήμης που βοηθούν στην αποκάλυψη των λεπτομερειών οι οποίες δεν γίνονται εμφανείς κατά τη διάρκεια των προσπαθειών ανάκλησης. Σύμφωνά με το Beck, μέσα από το γνωστικό σχήμα επιλέγονται, κωδικοποιούνται και αξιολογούνται τα ερεθίσματα με τα οποία το άτομο έρχεται συνεχώς αντιμέτωπος. Μέσα από την κατάθλιψη η παραπάνω διαδικασία γίνεται με γνώμονα την αρνητική στάση. Ο Beck και άλλοι συνεργάτες υποθέτουν τα αρνητικά γνωστικά σχήματα βρίσκουν τις ρίζες τους σε αρνητικά βιώματα και εμπειρίες της πρώτης παιδικής ηλικίας, τα οποία δίνουν το έναυσμα για μια αρνητική στάση ζωής.
Στο τρίτο μέρος του γνωστικού μοντέλου του Beck, θέση έχουν οι γνωστικές παραποιήσεις και αλλοιώσεις λόγω της λανθασμένης πρόσληψης και επεξεργασίας των πληροφοριών των καταθλιπτικών ατόμων. Όπως προαναφέρθηκε, τα καταθλιπτικά άτομα αρνούνται κάθε θετικό ερέθισμα που δέχονται. Δεν είναι διαθέσιμοι να σκεφτούν εναλλακτικές λύσεις ή εξηγήσεις σε προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Ο Beck και οι συνεργάτες του υπόδειξαν κάποια από τα πιο σημαντικά λάθη που κάνουν οι καταθλιπτικοί και αυτά είναι α) τα αυθαίρετα συμπεράσματα, β) η επιλεκτική αφαίρεση, γ) η υπεργενίκευση ή υπερβολική γενίκευση, δ) η μεγέθυνση και ελαχιστοποίηση, ε) η προσωποποίηση και στ) η διχοτομική σκέψη. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα συμπτώματα που χαρακτηρίζουν ένα καταθλιπτικό άτομο, τα οποία έχουν προαναφερθεί, παίζουν σημαντικό ρόλο στη πραγματοποίηση των παραπάνω λαθών.
Από τις παραπάνω θεωρίες, κανείς μπορεί να καταλάβει τη σπουδαιότητα των γνωσιών στην κατάθλιψη και ίσως και σε άλλων ειδών διαταραχών. Ο τρόπος που σκέφτεται κανείς και το πώς αντιλαμβάνεται μια κατάσταση, είναι αρκετό για να δημιουργήσει ή να λύσει κάποιο πρόβλημα. Η παρουσίαση της λειτουργίας των αρνητικών σκέψεων και αντιλήψεών στην ανθρώπινη ψυχολογία και γενικότερα στη ζωή του ανθρώπου, δε σταματάει εδώ. Δίνει όμως το έναυσμα σε κάποιον να καταλάβει ότι η ανακάλυψη της ρίζας του κακού είναι και η γιατρειά του. Σε αυτό στοχεύουν οι γνωστικοί και οι γνωσιακοί-συμπεριφοριστές ψυχολόγοι-ψυχοθεραπευτές. Ξεκινώντας από τις γνωσίες του κάθε ατόμου και λαμβάνοντας υπόψιν τους τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, το περιβάλλον και τις εμπειρίες, ανακαλύπτουν το που αυτό το άτομο «στερεί ή στερείται». Από εκεί και έπειτα, με πυξίδα την αλαλαγή του τρόπου σκέψης στόχος είναι η αλλαγή του τρόπου ζωής.
Αρκετές έρευνες δίνουν έμφαση στις κοινωνικές αιτίες της κατάθλιψης. Άνθρωποι που ζουν κάτω από πίεση, είναι πολύ πιο πιθανόν να εμφανίσουν κατάθλιψη σε σχέση με άλλους. Έρευνες έδειξαν ότι οι άνθρωποι οι οποίοι ανήκουν στην εργατική τάξη έχουν τέσσερις φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν κατάθλιψη από την τάξη των μεσοαστών. Επιπλέον, οι γυναίκες βρέθηκε ότι έχουν προδιάθεση στην κατάθλιψη, πιθανότατα βιολογική.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι όχι μόνο η γνωστική ψυχολογία αλλά κάθε ειδίκευση του τομέα της ψυχολογίας, δεν μπορεί να είναι επαρκή όταν το περιστατικό αφορά πολλούς παράγοντες και οι οποίοι πρέπει απαραιτήτως να ληφθούν υπόψιν. Γι’ αυτό πολλές φορές γίνεται συνδυασμός ειδικοτήτων προκειμένου να υπάρξει κάποιο αποτέλεσμα.. Υπάρχουν διαφόρων ειδών προτεινόμενες θεραπείες για την κατάθλιψη, συμπεριλαμβανομένων είτε φαρμακευτικών ή ψυχο-κοινωνικών. Οι τελευταίες περιλαμβάνουν την ψυχανάλυση, οικογενειακή θεραπεία, συμπεριφοριστική θεραπεία, πρακτική κοινωνικών ικανοτήτων, συναισθηματική θεραπεία, διαπροσωπική θεραπεία και γνωστική θεραπεία. Μερικές έρευνες έδειξαν ότι οι ψυχολογικές θεραπείες έχουν αποτελέσματα στην κοινωνική λειτουργικότητα των ασθενών, ενώ οι φαρμακευτικές θεραπείες είναι πιο αποτελεσματικές στη διάθεσή τους. Αυτό όμως δεν μπορεί να είναι στερεότυπο για κάθε ασθενή. Είναι απλά το αποτέλεσμα κάποιων ερευνών χωρίς να αντιπροσωπεύει όλη την αλήθεια.
Συμπερασματικά, αυτό που είναι σίγουρο όσον αφορά την κατάθλιψη, είναι ότι η γνωσίες παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στο ξεκίνημά της, στη διατήρησή της αλλά και στην γιατρειά της. Γι’ αυτό και είναι καθοριστικό το να εξετάζονται σε κάθε καταθλιπτικό περιστατικό.