Όταν ο ιατρός Ιωάννης Περιζήτητος, επιμελητής Β του Α παθολογικού τμήματος του Γενικού Περιφερειακού Νοσοκομείου «Μπουγδάνειον και Τρικούπειον» Αθηνών έπινε εκείνο το πρωινό του Αυγούστου το συνηθισμένο του νεσκαφέ με γάλα για να κινητοποιήσει τα εγκεφαλικά του κύτταρα, και όχι μόνο, οπωσδήποτε δεν φανταζόταν ότι η μέρα αυτή θα καταγραφόταν σαν μία από τις πιο σημαντικές της ζωής του.
Σηκώθηκε όπως συνήθως στις επτά, ασχολήθηκε με τη προσωπική του καθαριότητα και εμφάνιση, το λεπτό μουστάκι και το καλοχτενισμένο υπογένειο του έδιναν τη σοβαρότητα και επιβολή που απαιτεί η ιδιότητα του μαθητού του Ιπποκράτη, και αποφάσισε να φορέσει το φούξια πουκάμισο με τη γκρενά γραβάτα. Η εμφάνιση είναι σαν την αρχή σκέφθηκε. Δεν είναι το πάν αλλα είναι το ήμισυ του παντός. Ενθουσιασμένος με τη πρωτοτυπία του φιλοσοφικού του συλλογισμού, πήρε τον επώνυμο δερμάτινο χαρτοφύλακα του, μακριά από αυτόν οι πλαστικούρες των συνεδρίων, φίλησε τρυφερά τη γυναίκα του που λαγοκοιμόταν, και κατέβηκε στο δρόμο για να βρεί το καλοπλυμμένο αυτοκίνητο του μάρκας BMW (ελαφρώς μεταχειρισμένο αλλά σε άριστη κατάσταση) της σειράς 3 με δερμάτινο σαλόνι, κλιματισμό. Στο δρόμο για το νοσοκομείο χτύπησε το κινητό του. Ηταν η γυναίκα του που του ζητούσε να φέρει το μεσημέρι ένα κιλό μελιτζάνες για το μουσακά που θα έτρωγαν το βράδυ παρέα με τους Ανδριόπουλους, της γνωστής οικογένειας ιδιοκτητών αλυσίδας καταστημάτων ειδών υγιεινής.
Ο θυρωρός του Νοσοκομείου άνοιξε τη πόρτα όταν τον είδε να πλησιάζει και αυτός τον χαιρέτησε με μια αυστηρά ελεγχόμενη ελαφρά κίνηση του καρπού του που υποδήλωνε κάτι μεταξυ αναγνώρισης, ευχαριστίας και χαιρετισμού.
Κατευθύνθηκε στη δική του θέση στο χώρο στάθμευσης , ελπίζοντας ότι δεν θα είχαν τολμήσει να τον καταλάβουν μετά τον αγώνα που έκανε με τη διοίκηση για να του παραχωρηθεί, και αφού ασφάλισε το αυτοκίνητο κατευθύνθηκε προς το τμήμα του.
Βρήκε το γραφείο των ιατρών της κλινικής άδειο. Οι περισσότεροι έλειπαν λόγω των αδειών του καλοκαιριού. Ξαφνικά κτύπησε το τηλεφωνο.Τον ήθελε ο διευθυντής του στο πλαϊνό γραφείο. Χτύπησε διακριτικά τη πόρτα και άκουσε το χαρακτηριστικό μούγκρισμα που προσομοίαζε με το παραινετικό εμπρός. Στο γραφείο αντίκρισε το διευθυντή του και ένα άλλο κύριο άψογα ντυμένο με στρατιωτικό παράστημα.
-Να σου συστήσω τον Καθηγητή κ. Παρακανίδη, του είπε με στόμφο ο διευθυντής, από δώ ο επιμελητής της κλινικής μου συνέχισε ο διευθυντής του.
Ο κ.Καθηγητης του έριξε ένα βλέμμα μουρμουρίζοντας ένα «χαίρω πολύ».
-Σε κάλεσα, είπε ο διευθυντής, να μας περιγράψεις τη κατάσταση του αρρώστου με το πνευμονικό οίδημα που μπήκε στη χθεσινή εφημερία. Οι συγγενείς του ανησυχούν και κάλεσαν το κ. Παρακανίδη για ιατρικό συμβούλιο.
Ο Ιωάννης Περιζήτητος ένοιωσε ένα τρέμουλο που ξεκινούσε από τα πόδια και ανέβαινε ταχύτατα προς το κεφάλι. Δεν ήταν δυνατόν. Αυτός συμμετείχε σε ιατρικό συμβούλιο με το διάσημο Καθηγητή Παρακανίδη. Μέσα σε σύννεφο άρχισε να περιγράφει αποσπασματικά το ιστορικό και τα ευρήματα από τη χθεσινή εξέταση τους ασθενούς.
-Ευχαριστώ παιδί μου τον διέκοψε ο διευθυντής του.Γυρισε στο Καθηγητή και συνέχισε.
-Ενα κουρασμένο μυοκάρδιο σε έδαφος μιας χρονιάς αποφρακτικής πνευμονοπάθειας κύριε Καθηγητά.
-Προφανώς κ.Διευθυντά, επιβεβαίωσε τη διαγνωση ο καθηγητής κοιτώντας ανήσυχος το ρολόι του. Νομίζω ότι μπορούμε να συνεχίσουμε τη καρδιοτόνωση και τη διουρητική θεραπεία.
Ο Ιωάννης Περιζήτητος είδε την ευκαιρία να περνάει από μπροστά του και την άρπαξε χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει τις επιπτώσεις του εγχειρήματος στο οποίο έμελλε να προχωρήσει.
-Μπορεί το πνευμονικό του οίδημα να οφείλεται και σε ένα σιωπηλό έμφραγμα. ψέλλισε με απόγνωση ενώ το πρόσωπο του είχε γίνει κατακόκκινο.
Ακολούθησε μια βαθιά σιωπή που μπροστά της η ηρεμία πριν τη καταιγίδα φαινόταν περίπατος στο νέο πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Ξαφνικά ο καθηγητής γύρισε προς το μέρος του.
-Μια υπαρκτή πιθανότητα παιδί μου του ειπε.Εχεις κλινικό ένστικτο και γνώσεις.
Συγχαρητήρια.
Ο Ιωάννης Περιζήτητος δεν θυμάται πως έφυγε από το γραφείο του διευθυντή του ούτε το υπόλοιπο των δραστηριοτήτων της υπόλοιπης μέρας του στο νοσοκομείο. Οταν έφθασε σπίτι του ζούσε τη φαντασίωση του λόγου αποδοχής του βραβείου Nobel για την ιατρική μπροστά στα μέλη της Σουηδικής Ακαδημίας Επιστημών. Βρήκε τον εαυτό του κλειδωμένο στο γραφείο του, απερίσπαστο στην ονειροπόληση του να κοιτάει ακίνητος το κρεμασμένο στο τοίχο δίπλωμα του της ιατρικής. Ξαφνικά χτύπησε η πόρτα. Άκουσε τη γυναίκα του να φωνάζει.
-Ιωάννη έφερες τις μελιτζάνες.
-Αργότερα, αργότερα ούρλιαξε. Επιτέλους ο μουσακάς θα μπορούσε να περιμένει.