Η έκδοση ενός περιοδικού με εξειδικευμένα θέματα, όπως αυτά της υγείας, που απευθύνεται όμως στο γενικό κοινό δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Είναι δύσκολο για τους συγγραφείς, οι οποίοι δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη τυπική γλώσσα και την ορολογία της επιστήμης τους διότι το κείμενο τους θα γίνει ακατάληπτο από το μέσο αναγνώστη. Είναι αναγκασμένοι λοιπόν να καταφύγουν στη καθομιλουμένη γλώσσα και να απλοποιήσουν έννοιες για να εκφράσουν γνώσεις επιστημονικές. Πρέπει να εκλαικεύσουν, όπως αποκαλείται, το κείμενό τους χωρίς όμως αυτό να χάσει το βασικό του επιστημονικό χαρακτήρα και τεκμηρίωση.
Είναι δύσκολο για τους αναγνώστες γιατί η απλούστευση επιστημονικών εννοιών έχει ένα όριο που άμα ξεπερασθεί οδηγεί σε παρανοήσεις και δυσχέρεια κατανόησης που μπορεί να είναι το ίδιο σημαντική με αυτήν ενός αυστηρά επιστημονικού κειμένου.
Αυτή η δυσκολία επικοινωνίας μεταξύ του ειδικού, του γιατρού στη προκειμένη περίπτωση, και του κοινού-ασθενούς γίνεται αντιληπτή καθημερινά όχι μόνο όταν διαβάζουμε στο τύπο ιατρικά θέματα αλλά και όταν καταφεύγουμε στους λειτουργούς της υγείας για κάποιο πρόβλημά μας.
Υπάρχουν γιατροί που έχουν την ικανότητα η και το χάρισμα να μετουσιώνουν την επιστημονική γνώση σε κατανοητές από το ευρύ κοινό πληροφορίες και συμβουλές. Αυτοί συνήθως πέρα από το «χάρισμα» έχουν βαθειά επιστημονική κατάρτιση και εμπειρία στοιχεία απαραίτητα για τη μετατροπή της εξειδικευμένης έννοιας σε προσιτή στο μη ειδικό γνώση.
Υπάρχουν επίσης επιστήμονες που μέσα από μια ξύλινη επιστημονικοφανή γλώσσα κρύβουν όχι μόνο την αδυναμία τους να απλοποιήσουν τη πληροφορία αλλά και την άγνοιά του θέματος η την αμηχανία τους που αφορά στη σωστή διάγνωση και θεραπεία.
Η αφθονία εντύπων η ενθέτων στις εφημερίδες με θέματα που αφορούν την υγεία καθώς και η πληθώρα των πληροφοριών για σχετικά θέματα που μπορεί ο οποιοσδήποτε να αντλήσει από το διαδίκτυο δεν θέτουν μόνο το πρόβλημα της δυνατότητας εκλαίκευσης της επιστημονικής ιατρικής γνώσης αλλά επίσης κατά πόσο η επεξεργασία της πληροφόρησης αυτής γίνεται σωστά από τους καταναλωτές των υπηρεσιών υγείας έτσι ώστε να οδηγήσει σε επωφελές αποτέλεσμα.
Τελικά τί χρειαζόμαστε; Έναν σωστά ενημερωμένο ασθενή που προστρέχει στον ειδικό μόνο όταν νομίζει ότι η δική του γνώση δεν είναι επαρκής; Έναν άλλο που απορρίπτει έστω και την κατανοητή ιατρική γνώση και καταφεύγει στο γιατρό του με το παραμικρό πρόβλημα η έναν που έχοντας στρεβλή και ανεπαρκή γνώση από μη αξιόπιστες πηγές οδηγείται σε ενέργειες που βλάπτουν όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και τους άλλους τους οποίους « ως εμπειρογνώμων» συμβουλεύει ;
Νομίζω ότι σε θέματα πρόληψης και υγιεινής διαβίωσης η σωστά εκλαικευμένη γνώση γίνεται εύκολα κατανοητή από το πλατύ κοινό και οδηγεί σε μια υγιέστερη κοινωνία. Τέτοια παραδείγματα έχουμε σε περιπτώσεις πρόληψης νοσημάτων που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής μας η την ηλικία, όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης και η οστεοπόρωση. Από τη στιγμή όμως που ένα νόσημα θα εκδηλωθεί, έστω και αν από το κοινό θεωρείται απλό όπως π.χ το κοινό κρυολόγημα, η συμβουλή του γιατρού είναι απαραίτητη.
Η μη εξειδικευμένη γνώση είναι πολύτιμη γιατί μπορεί να οδηγήσει σε πρόληψη η έγκαιρη διάγνωση (καρκίνος μαστού, προστάτη, καρδιοκυκλοφορικά νοσήματα). Η χρήση όμως της γνώσης αυτής από το κοινό όταν η νόσος εχει ήδη εκδηλωθεί μπορεί να οδηγήσει σε αυθαίρετες και ατεκμηρίωτες επιστημονικά δράσεις και να αποβεί ολέθρια.
Κώστας Φαινέκος